-
1 ιστορική
-
2 ἱστορικῇ
-
3 ιστορική
-
4 ἱστορική
-
5 κομψότης
A elegance, prettiness, daintiness, esp. of language, Isoc.12.1 (v.l. κοσμιότητος), Pl.Ep. 358c (pl.); κ. ἱστορική, φυσική, Plu.2.353e.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κομψότης
-
6 παρεμπλοκή
παρεμ-πλοκή, ἡ,A fitting in, inclusion,κενοῦ Epicur.Frr.92
, 274 ; ἡ κατὰ κένωσιν π. prob. in Hero Spir.1 Prooem. ( παρεις-codd.) ; of cogs in a machine, Theo Sm.p.180 H.2 in Tactics, = παρένταξις 2, Ascl.Tact.10.17.3 Astrol., complication, Petos. ap. Vett. Val.281.23.4 generally, complication, interposition, ἡ τοῦ μᾶλλον καὶ ἧττον π. Procl. in Prm. p.578 S.II in concrete sense, stuffing, forcemeat, Agatharch.34.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > παρεμπλοκή
-
7 συνέμπτωσις
A formal coincidence, [ μέτρων] Sch.Heph.p.154 C.; σ. Σοφοκλεῖ καὶ Εὐριπίδῃ a coincidence (of language) between.., Sch.Ar.Th. 21; σ. ἱστορική Ptol.Heph. ap. Phot.Bibl.p.148 B.II in Gramm., similarity of form, A.D.Pron.52.5, al.;τόνου Id.Adv.155.13
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συνέμπτωσις
-
8 φράσις
A speech, εἰς τὴν Ἑλλάδαφ. cj. in Ael.VH9.16.II way of speaking, expression,ἀσαφὴς γὰρ ἦν ἐν τῇ φ. τῶν πραγμάτων Ar. Ra. 1122
;δεινὸς περὶ τὴν φ. Arist.Fr.70
;τάχος καὶ ὀξύτης τῆς φ. Plu.Cat.Ma.12
; style, φ. ποιητική, τραγική, ἱστορική, Str.1.2.6;τὸν χαρακτῆρα τῆς φ. Sor. Vit.Hippocr.13
; φ. κυρία, τροπική, D.H.Th. 22; φ. ἀγκυλωτέρα, φ. ἀσυνήθης, ib.25,54;φ. ὑψηλή Id.Comp.18
;φ. ἀφελὴς καὶ ἀποίητος Id.Pomp.2
: pl., Phld.Rh.1.161 S.; expressiveness, τῶν ὀνομάτων interpol. in D.H.Pomp.3; ἡ γενναία φ. noble diction, Longin.8.1; opp. εὕρεσις, τάξις, Stoic.2.96;ἡ τοῦ λόγου νόγσις ἥ τε φ. Longin.30.1
.
См. также в других словарях:
ἱστορικῇ — ἱστορικός exact fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱστορική — ἱστορικός exact fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ιστορική παράσταση — Βλ. λ. ιστόγραμμα … Dictionary of Greek
ιστόγραμμα ή ιστορική παράσταση — Διάγραμμα που παριστάνει τη γραφική παράσταση κατανομών συχνότητας. Το ι. είναι πολύ χρήσιμο για την παράσταση ασυνεχών ιστορικών σειρών. Για παράδειγμα, στον πρώτο πίνακα, στον οριζόντιο άξονα είναι σημειωμένα τα ακαδημαϊκά έτη από το 1945 46… … Dictionary of Greek
Επτάνησα ή Επτάνησος — Ιστορική και γεωγραφική νησιωτική περιοχή (2.307 τ. χλμ., 212.984 κάτ.) που εκτείνεται κατά μήκος των δυτικών παραλίων της Ελλάδας μέχρι τη νότια Πελοπόννησο. Περιλαμβάνει από τα Β προς τα Ν τα νησιά Κέρκυρα, Παξοί, Λευκάδα, Ιθάκη, Κεφαλονιά,… … Dictionary of Greek
μονεμβασία — Ιστορική μεσαιωνική πόλη στην ανατολική ακτή της Λακωνίας, χτισμένη σ’ ένα βράχο ύψους 300 μ., αποκομμένο από την ξηρά, με την οποία τη συνδέει μια γέφυρα. Η M., με 90 κατοίκους υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μονεμβασίας. Η Μ. είχε παραμείνει… … Dictionary of Greek
Αρτουά — Ιστορική επαρχία της βόρειας Γαλλίας. Ο νομός Πα ντε Καλέ κατέχει σήμερα τα περισσότερα εδάφη της. Συνορεύει ΒΑ με τη Φλάνδρα και Ν και Δ με την Πικαρδία. Καλύπτεται από χαμηλούς λόφους. Στο δυτικό τμήμα της βρίσκεται η γαλλοβελγική ανθρακοφόρα… … Dictionary of Greek
Βοιωτία — Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Στερεάς Ελλάδας, που τα όριά της συμπίπτουν σχεδόν με τον σημερινό νομό Β. (βλ. λ.), ενώ ένα μικρό τμήμα της στα ανατολικά περιλαμβάνεται στον νομό Ευβοίας (βλ. λ.). Γεωλογική ιστορία. Η Β. βρίσκεται σε μια… … Dictionary of Greek
Ιουδαία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή, που αποτελούσε το νοτιότερο τμήμα της αρχαίας Παλαιστίνης. Η I. ορίζεται στα Δ από την παράκτια πεδιάδα που βρέχεται από τη Μεσόγειο, στα Α από την παλαιστινιακή τεκτονική τάφρο … Dictionary of Greek
Μακεδονία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή (34.203 τ. χλμ., 2.424.764 κάτ.) της Βόρειας Ελλάδας, της οποίας καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος. Εκτείνεται μεταξύ της οροσειράς της Πίνδου στα Δ, που τη χωρίζει από την Ήπειρο, και του ποταμού Νέστου στα Α, που τη… … Dictionary of Greek
Πάργα — Ιστορική μικρή πόλη της Ηπείρου στο νομό Πρεβέζης, στην ακτή του Ιονίου. Γραφική, με κατάλοιπα της πλούσιας ιστορίας της, αποτελεί αξιόλογο τουριστικό κέντρο. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου στον οποίο υπάγονται οι κοινότητες Αγιάς, Ανθούσης και… … Dictionary of Greek